Παγκόσμια παραγωγή ρεκόρ η 2018/19 με άνω των 3,3 εκ. τόνων. Αυτό είναι το συμπέρασμα της μελέτης που διεξήγαγαν οι Juan Vilar και Jorge Pereira με πληροφορίες που συγκέντρωσαν από σχεδόν 500 επαφές από τις 58 χώρες παραγωγούς ελαιολάδου.
Εφόσον το επιτρέψουν οι κλιματικές συνθήκες και με την προσοχή που απαιτούν οι εκτιμήσεις αγροτικής παραγωγής, η επερχόμενη παραγωγή ελαιολάδου θα είναι η μεγαλύτερη που έχει καταγραφεί στον πλανήτη, με 3,3 εκατ. τόνους (σύμφωνα με τα στοιχεία του IOC και της ισπανικής συμβουλευτικής εταιρείας Juan Vilar Consultores Estratégicos). Έτσι θα ξεπεράσει κατά 1% τις δύο υψηλότερες μέχρι τώρα εσοδείες – ρεκόρ, 2011/12 και 2017/18.
Όσον αφορά την παραγωγή ελαιολάδου, το 56% θα προέλθει από παραδοσιακούς ελαιώνες, οι οποίοι αντιστοιχούν σχεδόν στο 74% της συνολικής παγκόσμιας επιφάνειας, το 36% από το 21% των ελαιώνων εντατικής καλλιέργειας και τέλος το υπόλοιπο 8% θα προέλθει από ελαιώνες υπερεντατικής καλλιέργειας, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν το 4,8% της συνολικής επιφάνειας των ελαιώνων παγκοσμίως.
ΑΝΑ ΧΩΡΕΣ
Παρόλο που παράγεται ελαιόλαδο σε 58 χώρες (οι οποίες έχουν αναλυθεί όλες), μόνο 10 εξ αυτών θα παράγουν το 93% του παγκόσμιου ελαιολάδου.
Η Αργεντινή, η οποία διανύει μια φάση προώθησης του κλάδου, θα αυξηθεί κατά 3,45% φτάνοντας τους 45 χιλ. τόνους.
Η Συρία για πολιτικούς και κλιματολογικούς λόγους θα πέσει στους 80 χιλ. τόνους (-20%).
Η Αλγερία δείχνει μία ανάπτυξη που συμπίπτει με την επέκταση της καλλιέργειας, ώστε σε συνδυασμό με τις άφθονες βροχές της άνοιξης να φτάσει τους 95 χιλ. τόνους (+19%).
Η Πορτογαλία, μία από τις χώρες όπου η επέκταση της καλλιέργειας βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα σε συνδυασμό με τις κατάλληλες καιρικές συνθήκες, θα έχει μία αύξηση σχεδόν 4%, φτάνοντας τους 140 χιλ. τόνους.
Το Μαρόκο, λόγω του πρότζεκτ επέκτασης της ελαιοκαλλιέργειας σε συνδυασμό με το ευνοϊκό κλίμα, θα μπορούσε να φτάσει τους 155 χιλ. τόνους, παρουσιάζοντας μία αύξηση σχεδόν 11%.
Στην Τουρκία, όπου οι βροχές δεν ήταν ικανοποιητικές, και επιπλέον προβλέφθηκε μία μικρή αύξηση για τις επιτραπέζιες ελιές, η παραγωγή θα μπορούσε να κυμανθεί στους 200 χιλ. τόνους, αντιπροσωπεύοντας μία πτώση 24%.
Η Τυνησία, μετά από μία εσοδεία ρεκόρ και λόγω δυσμενών κλιματικών συνθηκών, θα δει μειωμένη τη παραγωγή της έως και τους 230 χιλ. τόνους, το οποίο αντιστοιχεί σε μία πτώση σχεδόν 18% σε σχέση με την προηγούμενη εσοδεία.
Στην Ελλάδα, αν και οι βροχοπτώσεις ήταν αποδοτικές, ωστόσο προβλέπεται κάμψη της παραγωγής στους περίπου 305 χιλ. τόνους (-11%) με δεδομένο ότι η προηγούμενη εσοδεία ήταν αρκετά ανεβασμένη.
Η Ιταλία θα ήταν εφικτό να φτάσει τους 310 χιλ. τόνους (-28%). Αν και οι κλιματικές συνθήκες δεν ήταν δυσμενείς όσον αφορά τις βροχοπτώσεις, όμως κάποιες περιοχές έχουν επηρεαστεί από τους παγετούς.
Στην Ισπανία, οι κλιματικές συνθήκες ήταν οι κατάλληλες, η προηγούμενη εσοδεία όχι ιδιαίτερα ανεβασμένη και επίσης ένα μικρό μέρος της επιτραπέζιας ελιάς πιθανόν προορίζεται για ελαιοποίηση. Έτσι λοιπόν οδηγούμαστε σε μία παραγωγή περίπου 1,6 εκατ. τόνων, που μεταφράζεται σε αύξηση 28%.
Η παραγωγή στις υπόλοιπες χώρες αναμένεται παρόμοια με την προηγούμενη εσοδεία 2017/18.
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ
Η κατανάλωση, σύμφωνα με την ανάλυση κινητών μέσων όρων των τελευταίων 20 ετών, αναπτύσσεται με ρυθμό 6,4%, όμως αυτή η ανάπτυξη έχει τις ιδιαιτερότητές της.
Οι μεγάλες ελαιοπαραγωγές χώρες ή οι ώριμες αγορές (Ισπανία, Ιταλία, Ελλάδα κλπ) παρουσιάζουν μείωση στην κατανάλωση, τόσο για λόγους διαρθρωτικούς (αλλαγής στη συμπεριφορά της ζήτησης, μείωση στη χρήση ελαιολάδων στα ξενοδοχεία, στην εστίαση, όπως και στην αγροδιατροφική αλυσίδα μεταποίησης), όσο και βραχυπρόθεσμα (κυρίως λόγω του παράγοντα των υψηλών τιμών).
Από την άλλη πλευρά, οι χώρες που δεν παράγουν ελαιόλαδο (Καναδάς, Γερμανία, Ρωσία και Ηνωμένο Βασίλειο κ.ά) συνεχίζουν να έχουν μία βαθμιαία ανάπτυξη, η οποία συνολικά με τις υπόλοιπες χώρες-παραγωγούς αντισταθμίζει την πτώση ζήτησης στις ώριμες αγορές, παράγοντας τελικά ένα ισοζύγιο ανάπτυξης κατά 6,4%.
Γι αυτό και ο στόχος μεσο/ μακροπρόθεσμα είναι να διατηρηθεί η συχνότητα και η επέκταση της κατανάλωσης στις χώρες όπου η ζήτηση αυξάνεται, ενδυναμώνοντας και την κατανάλωση στις ώριμες αγορές.
ΤΙΜΕΣ
Σύμφωνα με την επικρατούσα τάση της ελαφράς μείωσης τιμών και δεδομένου ότι η επόμενη εσοδεία θα αντιπροσώπευε μία ανάπτυξη μόνο 1% σε σχέση με την εφετινή, αυτό θα είχε σαν αποτέλεσμα να επεκταθεί η κατανάλωση, τόσο σε ώριμες αγορές όσο και σε μη ώριμες, επιτυγχάνοντας μία τιμή ισορροπίας (εφόσον τα υπόλοιπα μεγέθη και καταστάσεις παρέμεναν τα ίδια), ώστε τελικά να απορροφηθεί βαθμιαία το σύνολο της παραγωγής 2018/19.
Εάν αυτό το σενάριο πραγματοποιηθεί, οι διακυμάνσεις των τιμών θα εξομαλυνθούν σταδιακά μέχρι να ανακάμψει η χαμένη ζήτηση μέσω της ελαστικότητας των τιμών ελαιολάδου, που θα κυμαίνονται μεταξύ 2,4 και 2,2 ευρώ /κιλό κατά μέσο όρο μέχρι να έρθει η επόμενη άνοιξη 2019. Σημαντικοί παράγοντες αναδεικνύονται τόσο η ρευστότητα στον εφοδιασμό της αγοράς όσο και η προώθηση της κατανάλωσης σε όλες τις αγορές και ειδικά στις ώριμες.
Πηγή: Juan Vilar Consultores Estratégicos – olivenews.gr