Σύµφωνα µε τα στοιχεία του Διεθνούς Συµβουλίου Ελαιολάδου (IOC), η Τυνησία καταλαµβάνει, συνήθως, την τέταρτη θέση στην παραγωγή ελαιολάδου, σε παγκόσµιο επίπεδο, µετά την Ισπανία, την Ιταλία και την Ελλάδα. Ωστόσο η παραγωγή επηρεάζεται σε µεγάλο βαθµό από τις κλιµατολογικές συνθήκες και κατά συνέπεια παρουσιάζει σηµαντικές διακυµάνσεις. Η καλλιέργεια της ελιάς γίνεται σε µεγάλες αγροτικές εκτάσεις πεδινών περιοχών, χωρίς να υπάρχει κατακερµατισµός, πράγµα που µειώνει σηµαντικά το κόστος παραγωγής. Σύμφωνα με τα στοιχεία του IOC, στην Τυνησία οι ελαιώνες καταλαµβάνουν έκταση που αντιστοιχεί στο 18,6% της παγκόσµιας καλλιεργούµενης έκτασης. Κατά τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει και η παραγωγή βιολογικού ελαιολάδου, µε καλλιέργειες που καλύπτουν περισσότερα από 120.000 στρέµµατα.
Η καλλιέργεια της ελιάς είναι μια από τις κύριες γεωργικές δραστηριότητες της Τυνησίας. Το 60% των αγροτών της χώρας εργάζονται στον ελαιοκομικό τομέα. Η χώρα έχει πάνω από 80 εκατ. ελαιόδεντρα, από τα οποία ποσοστό 35% είναι ηλικίας μικρότερης των 5 ετών, 54% είναι μεταξύ 20 και 70 ετών και 15% πάνω από 70 ετών. Μόνο 5% της ελαιοκομικής έκτασης καλλιεργείται υπό άρδευση.
Το μεγαλύτερο ποσοστό της ελαιοπαραγωγής (99%) χρησιμοποιείται για την παραγωγή ελαιολάδου και το υπόλοιπο για επιτραπέζιες ελιές. Το 30% περίπου της παραγωγής ελαιολάδου είναι έξτρα παρθένο. Σαν ποσοστό θεωρείται πολύ μικρό αν ληφθεί υπ΄ όψιν ότι το αντίστοιχο ποσοστό στην χώρα µας ανέρχεται σε 75% περίπου. Τα αντίστοιχα ποσοστά σε Ιταλία και Ισπανία είναι 65% και 45% αντιστοίχως. Από την άλλη η παραγωγή των βρώσιµων επιτραπέζιων ελιών είναι πολύ µικρή και έχει στόχο την εγχώρια αγορά. Οι υψηλοί δασμοί όμως κάνουν απαγορευτικές τις εισαγωγές επιτραπέζιων ελιών.
Το ελαιόλαδο θεωρείται «εθνικό προϊόν» υψίστης σηµασίας για την αγροτική παραγωγή της χώρας και κατά συνέπεια απολαµβάνει απόλυτης προστασίας από το κράτος, που µε νόµο απαγορεύει απολύτως τις εισαγωγές ελαιολάδου.
Παραγωγή ελαιολάδου
Κατά τα τελευταία 50 χρόνια η μέση παραγωγή ελαιολάδου παρουσιάζει αλματώδη άνοδο. Από τους 79.000 τόνους που παρήγαγε μεταξύ του 1965 και 1975 έφτασε στους 176.000 τόνους κατά τα τελευταία δέκα έτη (2005-2015), ενώ την περίοδο 2014/2015 η παραγωγή έφτασε σε επίπεδα ρεκόρ των 340.000 τόνων. Αξιοσημείωτο είναι ότι τα τελευταία χρόνια η μέση τιμή παραγωγού κυμαίνεται σε υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με την Ελλάδα.
Ποικιλίες
Οι κύριες ποικιλίες ελιάς στο βόρειο τμήμα της χώρας είναι οι Chetoui, Sayali και Gerboui. Η πυκνότητα φύτευσης σε αυτή την περιοχή είναι 100 δένδρα / εκτάριο. Στην κεντρική Τυνησία υπάρχουν οι ποικιλίες Chemlali και Oueslati, ενώ η πυκνότητα φύτευσης είναι 50-60 δένδρα / εκτάριο. Στο νότιο τμήμα έχουμε τις ποικιλίες Zalmati, Zarrari και Chemlali, με πυκνότητα φύτευσης 17 δένδρα / εκτάριο.
Εξαγωγές
Ο µεγαλύτερος όγκος των εξαγωγών ελαιολάδου κατευθύνεται στην Ιταλία (55%) και την Ισπανία (21%), όπου, µετά από προσµίξεις, συσκευάζεται και στην συνέχεια προωθείται στις διεθνείς αγορές. Η Τυνησία καταβάλλει προσπάθειες να διεισδύσει σε νέες αγορές και έχει βελτιώσει όχι µόνον την ποιότητα του προϊόντος της, αλλά και την συσκευασία. Η Τυνησία στην προσπάθειά της για ακόµα µεγαλύτερη διείσδυση στις αγορές των χωρών της Ε.Ε. έχει πετύχει να εξασφαλίσει εξαγωγές χωρίς δασμούς, µέσα στο πλαίσιο της Συµφωνίας Σύνδεσης που έχει υπογραφεί από το 1995. Τα τελευταία χρόνια, με την απειλή της τρομοκρατίας και την επίτευξη της πολιτικής σταθερότητας στην χώρα, κατάφερε να αυξήσει αυτές τις ποσότητες.