Ανυπολόγιστες είναι οι επιπτώσεις από την φετινή μείωση της παραγωγής έξτρα παρθένου ελαιολάδου σε ολόκληρη την Πελοπόννησο και βέβαια για 25 χιλιάδες οικογένειες ελαιοπαραγωγών στην Αχαΐα, σύμφωνα με τον γεωπόνο Αθανάσιο Πετρόπουλο, πρόεδρο του Γεωτεχνικού Επιμελητηρίου Πελοποννήσου και Δυτικής Στερεάς Ελλάδας.
Σύμφωνα με τον κ. Πετρόπουλο, εκτός από την απώλεια της παραγωγής που φτάνει σε μείωση το 70%, το ελαιόλαδο που παρήχθη φέτος είναι υποδεέστερο ποιοτικά και μεσοπρόθεσμα το πλήγμα στην ανταγωνιστικότητα και τις εξαγωγές μπορεί να είναι μεγάλο.
Ο πρόεδρος του ΓΕΩΤΕΕ Πελοποννήσου και Δυτικής Στερεάς Ελλάδας κάνει λόγο για ελλείψεις, κενά στο μηχανισμό και αναχρονιστικό σύστημα δακοκτονίας. Επίσης επισημαίνει την έλλειψη ασφάλισης της παραγωγής που έχει ως συνέπεια να μην μπορούν να αποζημιωθούν ούτε οι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες!
– Πριν αναφερθούμε στις επιπτώσεις από την φετινή μείωση της παραγωγής, να πούμε λίγα λόγια για το ελαιόλαδο και τη σημασία του για την οικονομία.
Το ελαιόλαδο είναι το εθνικό προϊόν, με μέση ετήσια παραγωγή 280.000 τόνους, η χώρα καταλαμβάνει την τρίτη θέση της παγκόσμιας παραγωγής με πρώτη την Ισπανία και δεύτερη την Ιταλία. Είναι το γεωργικό προϊόν με τη μεγαλύτερη συμμετοχή στο ΑΕΠ με συνεισφορά που υπερβαίνει το 1,2 δισ. ευρώ/ έτος. Στην Αχαΐα, η καλλιέργεια της ελιάς είναι μέρος της κουλτούρας μας, με περισσότερες από 25.000 οικογένειες να εμπλέκονται και μέση ετήσια παραγωγή να κυμαίνεται μεταξύ 8.000-10.000 τόνων.
– Είναι το 2018 μια πολύ άσχημη χρονιά τελικά για το εθνικό προϊόν και γιατί;
Αδιαμφισβήτητα η χρονιά που διανύουμε καταγράφεται ως την ελαιοκομική χρονιά με τη μεγαλύτερη οικονομική ζημιά της τελευταίας δεκαετίας. Οι πρώτες εκτιμήσεις θεωρούν ότι η απώλεια παραγωγής θα υπερβεί το 50% -70% και εκτιμάται ότι θα προσεγγίσει σε οικονομική αξία η ζημία το 0,5 δισ. ευρώ. Επίσης και η επιτραπέζια ελιά έχει υποστεί τεράστια καταστροφή καθώς οι προσβεβλημένες ελιές από δάκο έχουν χάσει την εμπορική τους αξία.
Κατά την άποψή μου, το σημαντικότερο πρόβλημα δεν είναι η απώλεια της παραγωγής, αλλά το υποβαθμισμένο σε ποιότητα ελαιόλαδο. Το συγκριτικό πλεονέκτημα του Ελληνικού ελαιώνα είναι η παραγωγή Εξαιρετικού Παρθένου Ελαιόλαδου (οξύτητα μικρότερη από 0,8). Η χαμηλή οξύτητα του έχει δημιουργήσει ένα ισχυρό brandname στην παγκόσμια διατροφική αγορά των λαδιών. Δεν θυμάμαι στο παρελθόν και δεν έχω βρει αναφορά στη βιβλιογραφία, για παρόμοια κακή χρόνιά από πλευράς ποιότητας. Δυστυχώς ως χώρα δεν έχουμε την πολυτέλεια για χαμένες χρονιές σε παραγωγικά προϊόντα, δεν έχουμε τα περιθώριά να ρισκάρουμε το συγκριτικό μας πλεονέκτημα -την ποιότητα- έναντι των ανταγωνιστών μας.
Που οφείλεται αυτό και τι γίνεται όσον αφορά την τιμή, θέμα που ενδιαφέρει τον κόσμο;
Μετά την καλή σε ποιότητα και ποσότητα ελαιοκομική περίοδο του 2017, αναμέναμε μείωση της παραγωγής λόγω του φαινομένου της παρενιαυτοφορίας. Οι κλιματικές συνθήκες που επικράτησαν -χωρίς να ήταν ακραίες- ήταν ασυνήθιστες για την κάθε εποχή: Ηπιο χειμώνα, αυξημένη υγρασία την άνοιξη, απουσία καύσωνα το Καλοκαίρι και εκτεταμένη ανομβρία με υψηλές θερμοκρασίας τον Φθινόπωρο. Αυτές οι καιρικές συνθήκες ευνόησαν την πρωιμότητα της ελιάς – την ανάπτυξη των πληθυσμών δάκου και- μυκητολογικών ασθενειών όπως το γλοιοσπόριο που έχει μεγάλο μερίδιο ευθύνης στην απώλεια παραγωγής. Η πρώτη γενιά του δάκου έκανε την εμφάνιση της τον Μάιο και οι πρώτοι οργανωμένοι ψεκασμοί στη χώρα έγιναν από τα μέσα Ιουνίου. Ακόμα και τον Νοέμβριο λόγω υψηλών θερμοκρασιών είχαμε προσβολές από δάκο.
Οσον αφορά την κρατική παρέμβαση, θα μπορούσε να υπάρχει καλύτερη πρόνοια;
Σίγουρα οι υπηρεσίες του κράτους δεν αντέδρασαν έγκαιρα και οργανωμένα καθώς το μοντέλο δακοκτονίας που ακολουθούμε είναι παρωχημένο και αναποτελεσματικό. Το επιστημονικό προσωπικό που προσλαμβάνεται για την επίβλεψη της δακοκτονίας δεν επαρκεί. Να σας πω μόνο ότι πριν 30 χρόνια στην Αχαΐα με τη δακοκτονία απασχολούνταν 5 εποχιακοί Γεωπόνοι ενώ την φετινή χρονιά μετά βίας ένας. Η οριοθέτηση των περιοχών όπου πραγματοποιούνται οι δολωματικοί ψεκασμοί δεν γίνονται με επιστημονικά κριτήρια αλλά βάσει αιτήματος των κοινοτήτων. Η παρακολούθηση των δάκο-πληθυσμού και η βιολογικοί κύκλοι του εντόμου δεν παρακολουθούνται κατά τη διάρκεια όλου του έτους. Δυστυχώς, δεν μπορούμε να αντιμετωπίζουμε ένα εξελισσόμενο πρόβλημα με παλιές μεθόδους. Κατά την άποψή μου πρέπει να τολμήσουμε να κάνουμε χρήση της καινοτομίας στη γεωργία: ψηφιακή απεικόνιση των ελαιώνων, χρήση δορυφορικών συστημάτων παρακολούθησης (GPS) και ηλεκτρονικές παγίδες για μετάδοση δεδομένων σε πραγματικό χρόνο. Οσον αφορά την τιμή πώλησης θεωρώ ότι θα διαμορφωθεί κατά ένα 1 ευρώ χαμηλότερα σε σχέση με την περσινή χρονιά, ενώ τα λάδια με υψηλή οξύτητα θα έχουν ακόμα πιο χαμηλή τιμή πώλησης.
Για τους κατά κύριο επάγγελμα αγρότες και μέλη συνεταιρισμών, υφίσταται ζήτημα αποζημιώσεων;
Από τον Κανονισμό του ΕΛΓΑ δεν προβλέπεται αποζημίωση για απώλεια παραγωγής που οφείλεται σε φυτοπαθολογικό και εντομολογικό αίτιο. Αρά θα πρέπει να αναζητήσουμε έκκριση και πόρους από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Από όσο γνωρίζω, η Ελλάδα έχει υποβάλλει σχετικό αίτημα. Ομως οι διαδικασίες έγκρισης τέτοιων αιτημάτων ακόμα και αν αξιολογηθούν θετικά, είναι ιδιαίτερα χρονοβόρες.
Συνέντευξη στον Πάνο Σακελλαρόπουλο