Πρόσφατα, η Εθνική Διεπαγγελµατική Οργάνωση Ελαιόλαδου έδωσε στη δημοσιότητα την έκθεσή της για τη διαµόρφωση της εθνικής στρατηγικής του κλάδου. Σήμερα, παρουσιάζουμε τις προτάσεις της ως συμβολή στο διάλογο, αλλά και στις επιλογές που θα πρέπει να γίνουν, το ταχύτερο δυνατό, ώστε το προϊόν να βρει την προστιθέμενη αξία του, προς όφελος της συνολικής παραγωγικής αλυσίδας που ασχολείται με το θέμα.
Τα 14 “πρέπει”
Το ελαιόλαδο αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα προϊόντα της αγροτικής οικονομίας της χώρας, με τεράστια κοινωνική και οικονομική σημασία, δεδομένου ότι
-Προσφέρει εισόδημα και απασχόληση σε περισσότερες από 500.000 οικογένειες
-Συνεισφέρει πέραν του 1 δις ευρώ ετησίως στο ΑΕΠ της χώρας
-Αποτελεί τη βασική πηγή εισοδήματος και απασχόλησης στον πρωτογενή τομέα της οικονομίας σε πολλές περιοχές της χώρας με περιορισμένες αναπτυξιακές δυνατότητες.
Ο ρόλος και η σημασία του ελαιολάδου αποκτούν ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα με βάση το νέο μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης της εθνικής μας οικονομίας, πάνω σε στέρεες βάσεις, στα πλαίσια της οποίας ο πρωτογενής τομέας καλείται να πρωταγωνιστήσει.
Για να μπορέσει, όμως, το ελληνικό ελαιόλαδο όχι μόνο να διατηρήσει την βαρύτητα που έχει ειδικότερα στην αγροτική μας οικονομία και γενικότερα στην εθνική μας οικονομία, αλλά να την ενισχύσει και να την βελτιώσει ακόμη περισσότερο, απαιτείται η ύπαρξη μιας ολοκληρωμένης εθνικής στρατηγικής για το προϊόν.
Ο σχεδιασμός και η υλοποίηση με συνέπεια και συνέχεια μιας εθνικής στρατηγικής καθίσταται επιβεβλημένη, προκειμένου να προσαρμοσθεί οργανωτικά και λειτουργικά ο τομέας του ελαιολάδου στις απαιτήσεις και τον σκληρό ανταγωνισμό που συνεπάγεται η παγκοσμιοποιημένη πλέον οικονομική δραστηριότητα και να διασφαλιστεί η προοπτική και το μέλλον όλων όσοι ασχολούνται με το προϊόν και κυρίως των εκατοντάδων χιλιάδων ελλήνων ελαιοπαραγωγών.
Η εθνική στρατηγική για το ελληνικό ελαιόλαδο θα πρέπει να περιλαμβάνει τον σχεδιασμό και την υλοποίηση μέτρων και ενεργειών που θα στοχεύουν:
-Στην αντιμετώπιση των προβλημάτων και των αδυναμιών διαρθρωτικού κυρίως χαρακτήρα που εμφανίζει ο ελαιοκομικός τομέα της χώρας,
-Στην βελτίωση, την προστασία και την ανάδειξη της ποιότητας του προϊόντος και την αξιοποίηση της ως συγκριτικού πλεονεκτήματος απέναντι στους ανταγωνιστές μας,
– Στην ύπαρξη διαφάνειας και νομιμότητας στον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς στο επίπεδο του τελικού καταναλωτή, συμπεριλαμβανομένων και των χώρων μαζικής εστίασης,
– Στην διεύρυνση της παρουσίας και της ζήτησης του επώνυμου ελληνικού τυποποιημένου ελαιολάδου στις αγορές του εξωτερικού.
Όπως όλοι γνωρίζουμε τα βασικά μειονεκτήματα που αντιμετωπίζει το ελληνικό ελαιόλαδο συνδέονται με το σχετικά ψηλό κόστος παραγωγής σε σχέση με τους ανταγωνιστές μας (Ισπανία, Τυνησία, Μαρόκο, Τουρκία, κλπ), εξ αιτίας του μικρού και πολυτεμαχισμένου κλήρου και της μορφολογίας του εδάφους και η έλλειψη βιώσιμων και ανταγωνιστικών επιχειρηματικών σχημάτων με βάση τα δεδομένα και
τις απαιτήσεις της παγκοσμιοποιημένης πλέον οικονομικής δραστηριότητας. Απέναντι στα μειονεκτήματα αυτά το ελληνικό ελαιόλαδο έχει να αντιπαραθέσει τα
πολύ καλά ποιοτικά του χαρακτηριστικά.
Σαν Εθνική Διεπαγγελματική Οργάνωση Ελαιολάδου θεωρούμε ότι η Εθνική Στρατηγική για το προϊόν θα πρέπει να στηρίζεται και να κινείται πάνω στους κάτωθι άξονες:
1. Θεσμοθέτηση μέτρων φορολογικού και εισοδηματικού χαρακτήρα και γενικότερα κινήτρων με στόχο τη δημιουργία βιώσιμων επιχειρηματικών σχημάτων σε όλα τα επίπεδα των επί μέρους κλάδων του ελαιολάδου, ξεκινώντας από τον πρωτογενή τομέα και τις οργανώσεις παραγωγών και φθάνοντας μέχρι τον τομέα της τυποποίησης και της εμπορίας του προϊόντος.
Στη περίπτωση αυτή σημαντικό ρόλο θα μπορούσε να έχει η στοχευμένη προς αυτήν την κατεύθυνση διοχέτευση πόρων του ΕΣΠΑ που προβλέπονται για τον αγροτικό τομέα, μέσω κινήτρων για συγχωνεύσεις και δημιουργία ευρύτερων επιχειρηματικών σχημάτων (clustering).
Τα βιώσιμα επιχειρηματικά σχήματα αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση για την μείωση του κόστους παραγωγής, την προστασία, την βελτίωση και ανάδειξη της ποιότητας και την προσαρμογή στις απαιτήσεις και τις ανάγκες της παγκοσμιοποίησης.
2. Συστηματική ενημέρωση και πληροφόρηση μέσα από έντυπα και ημερίδες όλων των εμπλεκομένων στην παραγωγή και διακίνηση του ελαιολάδου (ελαιοπαραγωγοί, ελαιοτριβείς, διακινητές, τυποποιητές) για ορθές πρακτικές και υφιστάμενες ρυθμίσεις για την προστασία και τη βελτίωση της ποιότητας του προϊόντος.
3. Θεσμοθέτηση ενός αποτελεσματικού και ταυτόχρονα ευέλικτου θεσμικού πλαισίου για τη δακοκτονία, προσαρμοσμένου στις ιδιαιτερότητες της κάθε ελαιοπαραγωγικής περιοχής της χώρας. Πρόκειται για ένα θέμα που επηρεάζει άμεσα, τόσο τα ποσοτικά όσο και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της παραγωγής ελαιολάδου κάθε ελαιοκομικής περιόδου. Πέραν της δακοκτονίας χρειάζεται επίσης συστηματική έρευνα για την πρόληψη και αντιμετώπιση των διαφόρων ασθενειών των ελαιοδέντρων.
4. Λήψη μέτρων προστασίας και αξιοποίησης των υδάτινων πόρων στις ελαιοπαραγωγικές περιοχές της χώρας με παρεμβάσεις επενδυτικού χαρακτήρα σε έργα υποδομών (φράγματα, αρδευτικά δίκτυα και συστήματα, κλπ).
Μέτρα αυτής της μορφής θα βοηθήσουν στην αντιμετώπιση του προβλήματος της λειψυδρίας, το οποίο αναμένεται να οξυνθεί λόγω της επερχόμενης κλιματικής αλλαγής, συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο στην αύξηση της παραγωγής και της παραγωγικότητας των ελαιώνων, στη μείωση του κόστους παραγωγής και τελικά στην στήριξη και ενίσχυση του εισοδήματος των ελαιοπαραγωγών.
5. Επιστημονικές έρευνες και μελέτες για τα διαθρεπτικά, φυσικοχημικά και οργανοληπτικά χαρακτηριστικά του ελληνικού ελαιολάδου σε διαχρονική βάση, ανά ποικιλία ελαιοδέντρων και ελαιοκομική περιοχή της χώρας, για την χάραξη εθνικών θέσεων για το προϊόν και τη λήψη μέτρων βελτίωσης αδυναμιών εξωγενούς χαρακτήρα.
6. Δημιουργία σταθερού θεσμικού πλαισίου ίδρυσης (χωροταξικά), οργάνωσης και λειτουργίας επιχειρήσεων στον ελαιοκομικό τομέα (ελαιοτριβεία, τυποποιητήρια, πυρηνελαιουργεία, ραφινερίες, κλπ), που θα λαμβάνει υπόψη την προστασία του περιβάλλοντος.
Η έλλειψη ενός σαφούς και σταθερού πλαισίου δημιουργεί ήδη πολύ μεγάλα προβλήματα σε πολλές επιχειρήσεις του ελαιοκομικού τομέα, γεγονός που δεν επιτρέπει την ομαλή και απρόσκοπτη άσκηση της επιχειρηματικότητας, πράγμα που αποβαίνει τελικά σε βάρος της αποτελεσματικότητας του τομέα και της συμβολής που αυτός μπορεί να έχει στην εθνική μας οικονομία.
7. Στην περίπτωση των ελαιουργείων διαπιστώνουμε ότι:
-εξακολουθεί να αποτελεί σοβαρό πρόβλημα η διαχείριση των αποβλήτων, ένα θέμα για το οποίο θα πρέπει να δοθεί μια οριστική λύση,
-υπάρχει σοβαρό θέμα με τους ελέγχους του ΕΛΓΟ, οι υπηρεσίες του οποίου ζητάνε καταστάσεις που δεν είναι σύμφωνες με την ισχύουσα φορολογική νομοθεσία
(Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα – ΕΛΠ)
-υπάρχει ανάγκη δημιουργίας βάσης δεδομένων (ηλεκτρονική πλατφόρμα), η οποία θα ενημερώνεται από τις ποσοτικές κινήσεις των ελαιουργείων (παροχή ελαιοποίησης, αγορές, πωλήσεις). Στην βάση δεδομένων θα έχουν πρόσβαση οι μονάδες τυποποίησης, τα πυρηνελαιουργεία και εμπλεκόμενοι με το προϊόν αρμόδιοι κρατικοί φορείς (ΕΛΓΟ, ΕΦΕΤ, ΥΠΑΑΤ, Υπουργείο Περιβάλλοντος, κλπ). Από τη βάση δεδομένων θα μπορεί να γίνει αναζήτηση και αξιοποίηση στοιχείων σχετικά με ποιοτικές κατηγορίες, ποσότητες ανά ελαιοπαραγωγική περιοχή, κλπ.
Επίσης, μέσα από τη βάση θα μπορεί να εξυπηρετηθεί η πλήρης ιχνηλάτιση του προϊόντος, από το ελαιουργείο μέχρι την τελική του διάθεση (σε χύμα ή τυποποιημένη μορφή), στα πλαίσια ενός ολοκληρωμένου ΕΘΝΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑΣ του ΕΛΑΙΟΛΑΔΟΥ που προβλέπεται από την ενωσιακή νομοθεσία.
8. Αποτελεσματικοί έλεγχοι για τη διασφάλιση νομιμότητας και διαφάνειας στον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς στο επίπεδο του τελικού καταναλωτή, συμπεριλαμβανομένων και των χώρων μαζικής εστίασης, για την προστασία των επιχειρήσεων που λειτουργούν νόμιμα, των συμφερόντων του καταναλωτικού κοινού και του Δημοσίου (φορολογικά έσοδα).
9. Επαναξιολόγηση των αναγνωρισμένων Προστατευόμενων Ονομασιών (ΠΟΠ και ΠΓΕ) για τα ελληνικά ελαιόλαδα, λαμβάνοντας υπόψη και το ισχύον ενωσιακό θεσμικό πλαίσιο, με στόχο ενδεχόμενες παρεμβάσεις που θα μπορούσαν να αναβαθμίσουν και να δώσουν ουσιαστικό περιεχόμενο από οικονομική άποψη στον εν λόγω θεσμό.
10. Στήριξη και ενίσχυση της παραγωγής βιολογικών ελαιολάδων, λαμβάνοντας υπόψη ότι η ζήτησή τους βαίνει συνεχώς αυξανόμενη στις μεγάλες αγορές του εξωτερικού, εντός και εκτός ΕΕ. Θεωρούμε την παραγωγή Βιολογικών ελαιολάδων με Προστατευόμενη Ονομασία, κομβικής σημασίας παράγοντα για μια πετυχημένη παρουσία και ζήτηση του επώνυμου ελληνικού ελαιολάδου στις αγορές του εξωτερικού.
11. Προωθητικές ενέργειες με στόχο τη διεύρυνση της γνωριμίας και την ανάδειξη της ποιότητας του ελληνικού ελαιολάδου στο επίπεδο των διακινητών, των διαμορφωτών της κοινής γνώμης και του καταναλωτικού κοινού, στις μεγάλες αγορές του εξωτερικού, προκειμένου να αυξηθεί η παρουσία και η ζήτηση του προϊόντος σε τυποποιημένη επώνυμη μορφή στην εν δυνάμει διεθνή αγορά που ξεπερνάει, πλέον, τους 700 χιλ. τον. ετησίως.
Μέσα από τις προωθητικές ενέργειες θα πρέπει να επιδιώξουμε την αύξηση των εξαγωγών επώνυμου ελληνικού τυποποιημένου ελαιολάδου από τα σημερινά επίπεδατων 30-35.000 τόνων, μεσοπρόθεσμα μεν στα επίπεδα των 70.000 τόνων, μακροπρόθεσμα δε στα επίπεδα των 100.000 τόνων, απαραίτητη προϋπόθεση για την ομαλή λειτουργία της αγοράς και την απεξάρτηση από τις διαθέσεις των ιταλών εμπόρων για χύμα εισαγωγές ελληνικού ελαιολάδου.
Η επίτευξη του εν λόγω στόχου μεταφράζεται σε ένα μερίδιο αγοράς για το ελληνικό τυποποιημένο ελαιόλαδο της τάξης του 10-15%, ποσοστό το οποίο μπορούμε να διεκδικήσουμε με σωστή οργάνωση και συντονισμένες προσπάθειες.
Υποβοηθητικά στην περίπτωση αυτή θα μπορούσαν να συμβάλουν:
– αφενός, οι καμπάνιες τουριστικής προβολής της χώρας μας στο εξωτερικό, και
– αφετέρου η αξιοποίηση, με τη στήριξη και τη συνδρομή των ξενοδόχων, των 25 και πλέον εκατομμυρίων τουριστών που επισκέπτονται τη χώρα μας κάθε χρόνο.
12. Θεσμοθέτηση ανταποδοτικής εισφοράς ( tax arafiscal) υπέρ της ΕΔΟΕ, προκειμένου να υπάρξουν οι αναγκαίοι οικονομικοί πόροι για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση εθνικού χαρακτήρα μέτρων και ενεργειών με στόχο, αφενός την αντιμετώπιση και επίλυση αδυναμιών και προβλημάτων του ελαιοκομικού τομέα και αφετέρου την προώθηση και προβολή του επώνυμου ελληνικού ελαιολάδου στις μεγάλες αγορές του εξωτερικού.
Όπως είναι γνωστό μέσα από τον θεσμό αυτό οι ισπανικοί φορείς του ελαιολάδου εξασφαλίζουν σε ετήσια βάση οικονομικούς πόρους πέραν των έξι (6) εκατ. ευρώ, τους οποίους και αξιοποιούν σε ενέργειες και μέτρα που προαναφέρθηκαν.
13. Προγράμματα ΟΕΦ. Θεωρούμε την αξιοποίηση των Προγραμμάτων των ΟΕΦ ως ένα πολύ καλό εργαλείο για την αντιμετώπιση και την επίλυση διαρθρωτικών αδυναμιών και ζητημάτων εθνικής εμβέλειας και σημασίας, τόσο του ελαιοκομικού τομέα γενικότερα όσο και του ελαιολάδου ειδικότερα.
Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από ένα σαφές πλαίσιο το οποίο θα στοχεύει στη σωστή αξιοποίηση των πόρων που διατίθενται για τα εν λόγω Προγράμματα.
Δυστυχώς ο μέχρι στιγμής τρόπος διαχείρισης των διαθεσίμων πόρων δεν εξυπηρετεί εθνικές προτεραιότητες και ανάγκες αλλά την ικανοποίηση τοπικού χαρακτήρα ισορροπιών.
14. Η στόχευση της εθνικής στρατηγικής πρέπει πλέον να εστιάζει:
-Στην παραγωγή ποιοτικού, ασφαλούς και υγιεινού ελαιολάδου σε τιμές όσο γίνεται πιο ανταγωνιστικές,
-Στην δημιουργία βιώσιμων επιχειρηματικών σχημάτων, προκειμένου να αξιοποιούνται οι οικονομίες κλίμακος που παρουσιάζει ο τομέας και να πληρούνται οι προϋποθέσεις λειτουργίας με βάση τα κριτήρια και τις απαιτήσεις που θέτει η παγκόσμια αγορά,
– στο marketing και την διεύρυνση της παρουσίας και της ζήτησης του επώνυμου τυποποιημένου ελληνικού ελαιολάδου σε αγορές του εξωτερικού.
Η χώρα παράγει εδώ και δεκαετίες εξαιρετικά προϊόντα. Ήρθε η ώρα να τους δώσει την προστιθέμενη αξία και την εξωστρέφεια μέσα από την τυποποίηση και το Marketing. Οι υπάρχουσες υποδομές είναι αρκετές για να καλύψουν τις υφιστάμενες ανάγκες στο εσωτερικό της χώρας, αυτό που χρειάζεται κατά κύριο λόγο είναι νέες αγορές, που θα δώσουν προστιθέμενη αξία στο προϊόν.
Η ΕΔΟΕ είναι έτοιμη να συνεργασθεί με όλες τις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες, τόσο σε επίπεδο σχεδιασμού όσο και κυρίως υλοποίησης των ανωτέρω προτεινόμενων μέτρων και ενεργειών με στόχο τη διασφάλιση της προοπτικής και του μέλλοντος του ελληνικού ελαιολάδου.
Α.Π.