Η νέα στρατηγική της πολυεθνικής και ο ρόλος της ελληνικής αγοράς
Γιάννης Τσατσάκης
Κάθε άλλο παρά κεραυνό εν αιθρία αποτέλεσε για όσους παρακολουθούν από κοντά τα τεκταινόµενα στην αγορά ελαιολάδου η πρόσφατη απόφαση της Ελαΐς – Unilever Ελλάς να αποχωρήσει από τον κλάδο, βάζοντας πωλητήριο τόσο στα σήµατα που κατέχει (Άλτις, Ελάνθη, Solon) όσο και στο εργοστάσιο της οδού Πειραιώς.
Από την περασµένη άνοιξη είχε διαφανεί ότι οι µαργαρίνες και τα έλαια θα ήταν τα πρώτα «θύµατα» της αναδιάρθρωσης του προϊοντικού χαρτοφυλακίου, που ξεκίνησε να υλοποιεί ο
αγγλο-ολλανδικός κολοσσός στον απόηχο της πρότασης εξαγοράς που δέχτηκε –και απέρριψε– από τον όµιλο Kraft Heinz.
Η σκέψη υπήρχε εδώ και καιρό, όπως αποδεικνύει και η προ δεκαετίας περίπου απόπειρα να πωληθεί το συγκεκριµένο «πακέτο», όµως η επιθετική προσέγγιση από έναν τόσο µεγάλο ανταγωνιστή και ο φόβος ότι παρόµοιες κινήσεις θα ακολουθήσουν στο άµεσο µέλλον φαίνεται ότι «ταρακούνησαν» τη διοίκηση και επιτάχυναν τη στροφή προς κατηγορίες µε µεγαλύτερα περιθώρια κέρδους.
Υπό αυτή την έννοια, θα µπορούσε να πει κανείς ότι η εικόνα της ελληνικής αγοράς δεν ήταν ο καθοριστικός παράγοντας που βάρυνε στην απόφαση της Unilever.
Σίγουρα, ωστόσο, δεν προσέφερε και ερείσµατα στην ελληνική θυγατρική να επιχειρηµατολογήσει περί του αντιθέτου. Με ένα τονάζ της τάξης των 35.000 τόνων ετησίως, η εγχώρια αγορά τυποποιηµένου ελαιολάδου είναι αναµφίβολα µικρή σε µέγεθος και δύσκολα µπορεί να «συντηρήσει» το ενδιαφέρον ενός ξένου οµίλου. «Αν τα δεδοµένα ήταν διαφορετικά και, επιπλέον, υπήρχε µια πιο ενεργή πολιτική για την προώθηση του επώνυµου ελαιολάδου στην Ελλάδα και στο εξωτερικό ίσως η Unilever να το ξανασκεφτόταν», λέει στην «ΥΧ» παράγοντας του χώρου. Για τον ίδιο λόγο, ο ίδιος θεωρεί πολύ πιο πιθα νό να υπάρξει ενδιαφέρον για τις προ πώληση δραστηριότητες (σ.σ. ο τζίρος τους ξεπερνά τα 80 εκατ. ευρώ) από κάποιο εγχώριο σχήµα παρά από ξένο επενδυτή.
Κερδίζει έδαφος το τετράλιτρο
Σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΣΕΒΙΤΕΛ, οι ποσότητες ελληνικού ελαιολάδου που κατευθύνονται κάθε χρόνο στην τυποποίηση ανέρχονται σε 70.000 τόνους, με το 50% να καταναλώνεται στην Ελλάδα και το υπόλοιπο μισό να διοχετεύεται στο εξωτερικό. Στους 60.000 τόνους υπολογίζεται η αυτοκατανάλωση και σε άλλους τόσους το ελαιόλαδο που διακινείται σε χύμα μορφή στην εσωτερική αγορά, ενώ στους 100.000 τόνους ανέρχονται οι ποσότητες που φεύγουν χύμα στο εξωτερικό.
Πηγές της αγοράς διαπιστώνουν, λόγω της κρίσης, μια ολοένα και πιο έντονη στροφή του ελληνικού κοινού στις συσκευασίες των 4 λίτρων, κατά πρώτο λόγο, και των 2 λίτρων, κατά δεύτερο – κάτι που αποτυπώνεται και στα λανσαρίσματα των επιχειρήσεων την τελευταία διετία. Αντίθετα, φαίνεται να χάνει έδαφος το παραδοσιακό «πεντάλιτρο».