Η πορεία δικαιώνει αυτούς που σχεδιάζουν μακροπρόθεσμα
Καθώς η ελαιοκομική σεζόν πλησιάζει προς το τέλος της, ενώ έχουν δημοσιευτεί αρκετά άρθρα και απόψεις για την άσχημη εικόνα του ελαιολάδου, τις απόψεις του σχετικά με τη φετινή πορεία του προϊόντος εκφράζει στον ΑγροΤύπο ο κ. Κωνσταντίνος Τσορώνης, σύμβουλος παραγωγής και ποιότητας ελαιολάδου, αλλά και πιστοποιημένος γευσιγνώστης ελαιολάδου.
«Αφορμή για το άρθρο μου είναι η πρόσφατη ανακοίνωση του Συνεταιρισμού Ελαιοπαραγωγών Ιμέρων Κοζάνης, που σε αντίθεση με τη γενικευμένη μιζέρια του χώρου, δίνει ευχάριστες νότες εξωστρέφειας. Ο πρόεδρος του συνεταιρισμού, που λειτουργεί με παραδειγματικό τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας, ανακοίνωσε ότι ο συνεταιρισμός διένυσε μια εξαιρετική παραγωγική χρονιά και η φετινή παραγωγή ξεπερνά τους 140 τόνους, με οξύτητα που κυμαίνεται από 0,2 έως 0,5», τονίζει ο ίδιος, για να συνεχίσει: «Επίσης για το φετινό ελαιόλαδο κατάφερε να εξασφαλίσει τιμή πώλησης 5 ευρώ (!).
Ποιες, όμως, δράσεις έγιναν παράλληλα στη Μεσσηνία; Ένας μεγάλος αριθμός εκπροσώπων Συνεταιρισμών και Αγροτικών Φορέων διαλαλούσε την κακή ποιότητα του παραγόμενου ελαιόλαδου, καυτηριάζοντας (ετεροχρονισμένα) τον τρόπο και τις διαδικασίες λειτουργίας του συστήματος δακοκτονίας. Στη διάδοση αυτής της εξαιρετικά άσχημης (και σε μεγάλο βαθμό πλασματικής) εικόνας συνεπικούρησαν και αρκετοί (νυν και …εν δυνάμει) τοπικοί άρχοντες τόσο στον πρώτο, αλλά και στο δεύτερο βαθμό αυτοδιοίκησης.
Τόσο από συνεταιριστές όσο και από αυτοδιοικητικούς διατυπώθηκαν ανυπόστατοι ισχυρισμοί, όπως το ότι ‘λείπει το καλό ελαιόλαδο από το σπίτι κάθε παραγωγού, που έφτασε να βγάζει ελαιόλαδο μη βρώσιμο’ ή ότι ‘τα ελαιόλαδα με οξύτητα 0,6% είναι σπάνια, ενώ ο μέσος όρος είναι στο 1% ή και πάνω από αυτό’. Σε ποια, άραγε, δεδομένα βασίστηκαν πόση δυσφήμηση προξένησαν στο μεσσηνιακό ελαιόλαδο;
Βέβαια, το να καταδικάσεις το πολυτιμότερο αγροτικό αγαθό είναι μάλλον πολύ ευκολότερο από το να του δώσεις τη θέση που πραγματικά του ανήκει και να διεκδικήσεις υψηλές τιμές πώλησης, τουλάχιστον για τις υψηλής ποιότητας παρτίδες.
Στις παραπάνω ‘σκοτεινές εικόνες’, υπάρχουν και οι φωτεινές εξαιρέσεις. Επαγγελματίες με εμπειρία και γνώση που ζουν και αναπνέουν για την αγροτική παραγωγή και το εμπόριο.
Ο κ. Γιώργος Γκούμας – επιχειρηματίας και πρόεδρος της Agrexpo, παραδείγματος χάρη, δήλωσε ότι ‘θεωρεί παρακινδυνευμένες τις εκτιμήσεις που έγιναν για κακή χρονιά χωρίς καθόλου εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο, υποστηρίζοντας ότι πάντα η Μεσσηνία θα βγάζει εξαιρετικής ποιότητας προϊόν και οι παραγωγοί θα πρέπει να ρίξουν το βάρος στην τυποποίησή του’, ενώ συνέστησε ψύχραιμη αντιμετώπιση του προβλήματος με το ελαιόλαδο.
Ενώ ο κ. Αντώνης Παρασκευόπουλος, προϊστάμενος της ΔΑΟΚ Τριφυλίας, τόνισε ότι με βάση τα στοιχεία που συνέλεξαν για την Τριφυλία ‘έχουμε ήδη ξεπεράσει τους 14.000 τόνους ελαιόλαδο… με το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο που παράγεται στη περιοχή να αγγίζει το 75% της παραγωγής με την οξύτητά του να οριοθετείται από 0,1 βαθμούς ως 0,8 βαθμούς… και η εκτίμηση είναι ότι θα ξεπεράσουμε τους 20.000 τόνους’.
Η άποψή μου, λοιπόν, είναι ότι και ένα σημαντικό κομμάτι της παραγωγής των μεσσηνιακών ελαιολάδων είναι και φέτος εξαιρετικό παρθένο και μάλιστα συνεπείς και αφοσιωμένοι παραγωγοί παρήγαγαν και αυτή τη χρονιά εξαιρετικά παρθένα ελαιόλαδα υψηλής ποιότητας.
H αγορά του ελαιολάδου διαχρονικά σημειώνει διακυμάνσεις, ωστόσο η πορεία δικαιώνει αυτούς που σχεδιάζουν μακροπρόθεσμα και εργάζονται με συνέπεια για την ενίσχυση της υπεραξίας του προϊόντος τους”.