Λύσεις για την προστασία της ποιότητας και της γνησιότητας του έξτρα παρθένου ελαιολάδου στην ΕΕ έρχεται να δώσει το πρόγραμμα OLEUM, το οποίο χρηματοδοτείται από το πρόγραμμα «Ορίζοντας 2020» της ΕΕ και ξεκίνησε μόλις τον Σεπτέμβριο του 2016.
Tο πρόγραμμα Θα διαρκέσει τέσσερα χρόνια, ενώ σε αυτό συμμετέχουν 20 εταίροι από 15 ευρωπαϊκές χώρες (συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας), αλλά και από την Κίνα, την Αργεντινή και το Ισραήλ.
Με δειγματοληψίες από περιοχές, όπως η Κρήτη, η Πελοπόννησος, η Στερεά Ελλάδα, η Λέσβος, η Χαλκιδική και η Κέρκυρα, το πρόγραμμα έχει σκοπό να αναπτύξει νέες και να βελτιώσει τις ήδη υπάρχουσες μεθόδους για την ανίχνευση περιπτώσεων νοθείας. Επιπλέον, στοχεύει στη βελτίωση της ανταλλαγής τεχνογνωσίας με την εδραίωση μίας ευρείας κοινότητας, αποτελούμενης από εργαστήρια και οργανισμούς που δραστηριοποιούνται στον τομέα του ποιοτικού ελέγχου.
Η Ευρώπη αποτελεί τη μεγαλύτερη παραγωγό ελαιολάδου, συγκεντρώνοντας πάνω από 70% της παγκόσμιας παραγωγής. Παρ’ όλα αυτά, η ανταγωνιστικότητα χωρών εκτός ΕΕ, που χρόνο με τον χρόνο αυξάνουν την εγχώρια παραγωγή τους, δημιουργούν συνεχείς πιέσεις. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τις διευρυμένες αγορές και την έλλειψη αποτελεσματικών και εναρμονισμένων μεθόδων για τον εντοπισμό περιπτώσεων νοθείας στον τομέα του ελαιολάδου, έχει προκαλέσει σημαντικές αδυναμίες, τις οποίες μπορούν να εκμεταλλευτούν όσοι επιτελούν νοθεία. Επιπλέον, παράγοντες όπως η υψηλή τιμή του ελαιόλαδου, τα ξεχωριστά οργανοληπτικά χαρακτηριστικά του, καθώς και η φήμη του ως πηγή λιπαρών με υψηλή διατροφική αξία, καθιστούν το ελαιόλαδο στόχο νοθείας ή παράνομης ανάμειξης με άλλα φυτικά έλαια ή σκοπίμως παραπλανητικής σήμανσης των φθηνότερων κατηγοριών ελαιολάδου.
Στόχοι
Ο Νίκος Νενάδης, επίκουρος καθηγητής στο εργαστήριο χημείας και τεχνολογίας τροφίμων στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (έναν από του 20 εταίρους της κοινοπραξίας), μίλησε αναλυτικά στην «ΥΧ» για το πρόγραμμα ΟLEUM. «Το έργο κινείται σε τρεις βασικούς άξονες, που έχουν στόχο να επιλύσουν προβλήματα, τα οποία σχετίζονται με το θέμα των αναλύσεων ελαιολάδου, όπως είναι η νοθεία που δεν αφορά μόνο σπορέλαια, αλλά και νέες τάσεις που είναι δύσκολο να εντοπιστούν, καθώς και η γεωγραφική προέλευση και η ποιότητα».
Πιο αναλυτικά, στους επιμέρους στρατηγικούς στόχους περιλαμβάνονται:
1. Η ανάπτυξη νέων και/ή βελτιωμένων αναλυτικών μεθόδων για τη διασφάλιση της ποιότητας και της γνησιότητας του ελαιολάδου. Πραγματοποιείται, ήδη, δειγματοληψία ελαιολάδων από όλη τη χώρα, ενώ θα αποσταλούν και ερωτηματολόγια (σε διάφορες γλώσσες) για τη συλλογή στοιχείων και πληροφοριών από τους συμμετέχοντες (για την ποιότητα, την παραγωγή κ.ά.).
2. Την ανάπτυξη της τράπεζας δεδομένων OLEUM – μίας διαδικτυακής, ολοκληρωμένης βάσης δεδομένων διασφάλισης ποιότητας με αναλυτικές μεθόδους και δεδομένα που αφορούν το ελαιόλαδο και σχετίζονται με χημικά και οργανοληπτικά χαρακτηριστικά, όπως γεύση, οσμή και υφή. Όπως τονίζει ο Ν. Νενάδης, «η βάση δεδομένων, καθώς και όλα τα αποτελέσματα του προγράμματος θα βρίσκονται διαδικτυακά με δωρεάν πρόσβαση».
3. Την ανάπτυξη και την υποστήριξη μιας παγκόσμιας κοινότητας εξειδικευμένων εργαστηρίων ανάλυσης του ελαιολάδου, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός ευρέος δικτύου OLEUM. «Το δικό μας εργαστήριο έχει ως βασική εργασία τον ισχυρισμό υγείας (Health claim) και τις φαινόλες. Στόχος μας είναι η δημιουργία ενός αναλυτικού πρωτοκόλλου, με το οποίο να μπορούμε να εξετάσουμε στο εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο την περιεκτικότητα σε συγκεκριμένες φαινόλες που έχουν συσχετιστεί με τον ισχυρισμό υγείας.
Προσδοκώμενα αποτελέσματα
Η κοινοπραξία των συμμετεχόντων έχει εντοπίσει ήδη από την αρχή του προγράμματος τέσσερα κύρια πεδία που χρήζουν βελτίωσης και πρέπει να αντιμετωπιστούν μέσω της έρευνας και της ανάπτυξης. Η κοινοπραξία του OLEUM θα διεξάγει ερευνητικές δραστηριότητες και θα παράγει αποτελέσματα στα εξής τέσσερα πεδία:
1. Νομοθετικό και κανονιστικό: «Παρά τις τακτικές αναθεωρήσεις, το υφιστάμενο κανονιστικό πλαίσιο δεν είναι πλήρες ούτε επαρκώς αποτελεσματικό, αναφορικά με την πρόληψη συνηθισμένων και νέων τύπων νοθείας», αναφέρει ο Ν. Νενάδης. «Στόχος μας είναι να οδηγηθούμε σε μεθόδους που, αφού περάσουν τη διαδικασία της επικύρωσης, να συνεισφέρουν στο ευρύτερο νομοθετικό πλαίσιο», προσθέτει.
2. Αναλυτικό: Στο πλαίσιο του OLEUM, θα αναθεωρηθούν υπάρχουσες αναλυτικές μέθοδοι για την αξιολόγηση της ποιότητας του ελαιολάδου και την ανίχνευση περιπτώσεων νοθείας με επισήμανση των μειονεκτημάτων και βελτίωση της απόδοσης και της αποτελεσματικότητας.
3. Εναρμόνιση και συντονισμός: Θα προταθούν βελτιώσεις στους διεθνείς κανονισμούς, όπως το να συμπεριληφθούν νέες μέθοδοι και υλικά αναφοράς και να προαχθεί η μεταφορά τεχνογνωσίας σε μια ευρύτερη κοινότητα επιστημόνων, που δραστηριοποιούνται στην εξέταση ελαιολάδου.
4. Εμπιστοσύνη των καταναλωτών και της αγοράς: Με τη δημοσίευση ειδικά προσαρμοσμένων ανακοινώσεων προς το κοινό και τη μεταφορά γνώσης και διάδοσης της τεχνογνωσίας στις βιομηχανίες, την επιστημονική κοινότητα και τους ρυθμιστικούς φορείς, το πρόγραμμα OLEUM θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη των καταναλωτών και της αγοράς στα προϊόντα ελαιολάδου.